Αγωγή Κεραμέως κατά της ΑΔΕΔΥ για αποχή διαρκείας από την αξιολόγηση στο Δημόσιο
Αγωγή κατά της Ανώτατης Διοικήσεως Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (Α.Δ.Ε.Δ.Υ.) ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατέθεσε η υπουργός Εσωτερικών, Νίκη Κεραμέως, την Τετάρτη 6 Μαρτίου, ζητώντας να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η απεργία – αποχή διαρκείας που κήρυξε ο συνδικαλιστικός φορέας από τις διαδικασίες αξιολόγησης – στοχοθεσίας στο δημόσιο, αρνούμενος ουσιαστικά την εφαρμογή του ψηφισμένου, από τη Βουλή των Ελλήνων, σχετικού νόμου (4940/2022).
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τον Μάρτιο του 2023 και μετά το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έχει κατ’ επανάληψη κρίνει παράνομη ή και καταχρηστική την εκάστοτε ληφθείσα απόφαση της ΑΔΕΔΥ να κηρύξει απεργία – αποχή από τις αξιολογικές διαδικασίες.
Όπως επισημαίνει το υπουργείο Εσωτερικών, το σύστημα αξιολόγησης – στοχοθεσίας συνιστά ένα κρίσιμο εργαλείο που αποσκοπεί στη διαρκή βελτίωση των δεξιοτήτων των δημοσίων υπαλλήλων και στην αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τον Πολίτη.
Το δικαίωμα στην απεργία είναι απολύτως σεβαστό, συνεχίζει η ανακοίνωση του υπουργείου, η οποιαδήποτε ενέργεια όμως πρέπει να είναι νόμιμη και να μην στοχεύει στην ακύρωση νόμων που έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή των Ελλήνων.
Υπενθυμίζεται ότι τον Σεπτέμβριο 2023, το υπουργείο Εσωτερικών δημιούργησε ένα βίντεο, το οποίο συμβάλλει στην κατανόηση, εκ μέρους των δημοσίων υπαλλήλων, της έννοιας της στοχοθεσίας και πού αυτή αποσκοπεί.
Οι θέσεις της ΑΔΕΔΥ για την αξιολόγηση
Η ΑΔΕΔΥ σχετικά με την αξιολόγηση, υπογραμμίζει τα εξής:
Α. Η κυβέρνηση προχωρά, με το νομοθετικό πλαίσιο που θεσπίζει για την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών σε συνέχεια αυτού της «εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης των σχολικών μονάδων», σε μια ακόμη απαράδεκτη και εχθρική, προς τους εκπαιδευτικούς, ενέργεια στο πλαίσιο εφαρμογής της σκληρής αντιλαϊκής πολιτικής ενάντια στους χιλιάδες εκπαιδευτικούς που, κάτω από αντίξοες συνθήκες μάχονται για τη στήριξη των μαθητών, χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη από την πλευρά της. Η πολιτική της απαξίωσης του κράτους προς τη δημόσια εκπαίδευση, έχει αποτύχει διεθνώς όπου εφαρμόστηκε και έρχεται σε αντίθεση με τις παιδαγωγικές έρευνες και τις ψηφισμένες θέσεις του κλάδου.
Β. Σε κλίμα αυταρχισμού, ελέγχου, απαξίωσης των εκπαιδευτικών και του ρόλου των Συλλόγων Διδασκόντων, το οποίο εδραιώνεται στις διατάξεις του ν. 4823/2021 για την ατομική αξιολόγηση, οι εκπαιδευτικοί ενοχοποιούνται για ό,τι δεν λειτουργεί σωστά στην εκπαιδευτική διαδικασία με, προφανή, στόχο την αθώωση των αντιεκπαιδευτικών – αντιλαϊκών πολιτικών της κυβέρνησης.
Γ. Μια ματιά και μόνο στον νόμο αρκεί για να γίνει αντιληπτό ότι οι προθέσεις της κυβέρνησης είναι πολύ μακριά από την «αναβάθμιση του σχολείου και την ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών» όπως ευαγγελίζεται. Αν η κυβέρνηση ήθελε, όντως, να στηρίξει το δημόσιο σχολείο θα προσλάμβανε μαζικά εκπαιδευτικούς, δεν θα επέτρεπε να χάνονται χιλιάδες διδακτικές ώρες, δεν θα άφηνε μαθητές χωρίς παράλληλη στήριξη, μαθήματα ακόμα και πανελλαδικώς εξεταζόμενα να διδάσκονται από τα μέσα της χρονιάς. Δεν θα στοίβαζε 25 σε αίθουσες κλουβιά, θα έπαιρνε ειδικά μέτρα στήριξης των μαθητών για τα τεράστια γνωστικά, ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα που άφησε ο διετής εγκλεισμός και τα κλειστά σχολεία, θα την απασχολούσε το πώς θα κατασκευάσει σύγχρονα σχολεία, θα επισκεύαζε τα παλιά, δεν θα άφηνε χιλιάδες μαθητές και εκπαιδευτικούς να περνούν τη μισή τους μέρα σε ακατάλληλα κτίρια για το επιδιωκόμενο εκπαιδευτικό αποτέλεσμα αλλά και επικίνδυνα για την ασφάλειά τους.
Δ. Η ποσοτικοποίηση της αξιολογικής διαδικασίας (βαθμολογικές κλίμακες) πολύ εύκολα εργαλειοποιείται στο πλαίσιο μιας διαδικασίας κατηγοριοποίησης των σχολικών μονάδων αλλά και των εκπαιδευτικών με βάση τους γενικότερους σχεδιασμούς της κυβέρνησης (πολιτική σύνδεσης του προϊόντος της αξιολόγησης με τις μισθολογικές απολαβές κλπ.