15.12.1966 πεθαίνει ο Γουόλτ Ντίσνεϊ που «έκανε έναν ταραγμένο κόσμο να γελάει»
Σαν σήμερα, 15 Δεκεμβρίου 1966, φεύγει από τη ζωή ο «άνθρωπος που έκανε έναν ταραγμένο κόσμο να γελάει», όπως έγραψαν τότε οι New York Times. Πρόκειται για έναν θρύλο της Showbiz, τον Γουόλτ Ντίσνεϊ, ο οποίος υπέκυψε σε ηλικία 65 ετών στο νοσοκομείο St. Joseph’s, στο Μπέρμπανκ, απέναντι από την Walt Disney Productions, όπου περισσότεροι από 4.000 εργαζόμενοι υπό την καθοδήγησή του δημιουργούσαν κόσμους φαντασίας.
Στις αρχές Νοεμβρίου του 1966 είχε διαγνωστεί με καρκίνο του πνεύμονα και υποβλήθηκε σε κοβαλτοθεραπεία. Στις 30 Νοεμβρίου, ένιωσε αδιαθεσία και μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, όπου τελικά το πρωί της 15ης Δεκεμβρίου υπέστη οξεία κυκλοφορική κατάρρευση.
Ο Γουόλτ Ντίσνεϊ, το τελευταίο αγόρι μιας πολύτεκνης οικογένειας, γεννήθηκε στο Σικάγο στις 5 Δεκεμβρίου 1901. Στην παιδική του ηλικία πουλούσε εφημερίδες στο επαρχιακό πρακτορείο διανομής του πατέρα του, στο Κάνσας. Μεγαλώνοντας δοκιμάστηκε σε μια σειρά επαγγελμάτων. Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε ως οδηγός ασθενοφόρου και το 1920 πήρε την απόφαση που θα άλλαζε ριζικά τη ζωή του γράφοντας τη δική του, γεμάτη επιτυχίες, ιστορία στον κινηματογράφο.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στον χώρο των κινουμένων σχεδίων κερδίζοντας 40 δολάρια την εβδομάδα. Έναν χρόνο αργότερα, δανειζόμενος ένα κεφάλαιο, ιδρύει την πρώτη δική του εταιρεία παραγωγής κινουμένων σχεδίων, τη Laugh-Ο-gram. Το 1923 μετακομίζει στο Λος Άντζελες και στήνει το δικό του στούντιο σ’ ένα γκαράζ. Εκεί εμπνέεται και σχεδιάζει τους πρώτους ήρωές του. Ο Όσβαλντ, ο Τυχερός Λαγός, είναι ο πρώτος επιτυχημένος χαρακτήρας του. Έπειτα από 26 ταινίες, η τύχη φαίνεται να εγκατέλειψε τον λαγό και μαζί με αυτόν και τον δαιμόνιο και πάντα ανήσυχο Γουόλτ.
Μπροστά στη διαφαινόμενη καταστροφή ο Ντίσνεϊ δεν δίστασε να παραχωρήσει τα δικαιώματα του λαγού στον Γουόλτερ Μιντζ και να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη δημιουργία ενός νέου ήρωα. Ήξερε ήδη ότι ο χώρος της σόουμπιζ ήταν αδηφάγος και δεν συγχωρούσε καμία ολιγωρία. Έτσι ο Ντίσνεϊ επανήλθε στον κόσμο του θεάματος με έναν νέο ήρωα, αυτή τη φορά με έναν ανθρωπόμορφο ποντικό, που έμελλε να γίνει η πιο γνωστή και οικεία φιγούρα στον κόσμο σε μικρούς και μεγάλους. Ο θρυλικός Μίκυ Μάους. Η μεγάλη επιτυχία αυτή τη φορά θα είχε μακρύ δρόμο να διανύσει, έναν δρόμο που συνεχίζει ώς τις μέρες μας.
Στα 43 χρόνια της χολιγουντιανής καριέρας του ασχολήθηκε με κάθε πλευρά της σόου-μπιζ. Στην κυριολεξία διαμόρφωσε αυτό που αποκαλούμε σήμερα λαϊκή ψυχαγωγία, ιδιαίτερα και μέσα από τις Disneyland, τα θεματικά πάρκα, που ο ίδιος εμπνεύστηκε. Για κάποιους, ο Ντίσνεϊ υπήρξε ένας από τις πυλώνες του αμερικάνικου πολιτιστικού ιμπεριαλισμού.
Πρόκειται για ένα γίγαντα, πλέον, στον τομέα της ψυχαγωγίας, με τζίρο 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων (2006), προσωπικό 133.000 υπαλλήλων και σημαντικές επιτυχίες, όπως «Η μικρή Γοργόνα», «Toy Story», «Μουλάν», «Ο βασιλιάς των Λιονταριών» και οι «Πειρατές της Καραϊβικής», η πρώτη ακατάλληλη ταινία (Κ-13) στην ιστορία της Disney.
Η Walt Disney Company από τότε είναι ο μεγαλύτερος όμιλος μέσων ενημέρωσης στον κόσμο από πλευράς εσόδων, που ξεπερνούν τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια, και η Walt Disney Pictures είναι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα και πιο γνωστά στούντιο ταινιών στο Χόλιγουντ.
Η Disney κατέχει, επίσης, και λειτουργεί το ABC (πασίγνωστο και μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι στις ΗΠΑ) όπως επίσης και το καλωδιακό αθλητικό κανάλι ESPN. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός από την μεγάλη της επέκταση και καταξίωση στον τηλεοπτικό χώρο η Disney κατέχει και άδειες σε 14 θεματικά πάρκα σε όλον τον κόσμο.
Ο δε Γουόλτ Ντίσνεϊ ως παραγωγός ταινιών, κατέχει ρεκόρ για τα περισσότερα Βραβεία Ακαδημίας που απέσπασε ποτέ ένα άτομο, έχοντας κερδίσει συνολικά 31 βραβεία Όσκαρ και περισσότερες από 900 άλλες τιμητικές διακρίσεις από προέδρους, βασιλιάδες, βασίλισσες και οργανισμούς. Μεταξύ άλλων κέρδισε τρεις Χρυσές Σφαίρες, δύο εκ των οποίων στην κατηγορία Σπουδαίο Επίτευγμα και ένα Βραβείο Έμμυ, μεταξύ άλλων τιμών. Αρκετές από τις ταινίες του συμπεριλαμβάνονται στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου. Κάποτε ένα γαλλικό περιοδικό πρότεινε τον Ντίσνεϊ για το Νόμπελ Ειρήνης το 1964.
Οι μύθοι και οι σκοτεινές αλήθειες
Η σορός του Ντίσνεϊ αποτεφρώθηκε δύο μέρες αργότερα από τον θάνατό του και η τέφρα του τοποθετήθηκε σε κενοτάφιο στο Γκλέντεϊλ της Καλιφόρνιας. Τα λεγόμενα περί παγώματος της σορού του μέχρι να ανακαλυφθεί θεραπεία για τον καρκίνο, που θα τον επαναφέρει στη ζωή, είναι αστικός μύθος.
Εκτός από αυτόν το μύθο όμως, υπήρξαν πολλές ακόμη φήμες που φαίνεται να είναι αληθινές.
Μια φήμη που επιμένει λέει πως ο Ντίσνεϊ απαγόρευε στις γυναίκες να προσλαμβάνονται στο στούντιό του, εκτός μόνο από το τμήμα χρωματισμού. Ενδεικτικά περί αυτού, έχει δημοσιοποιηθεί μια επιστολή που έλαβε μια καρτουνίστρια, η Μέρι Φορντ, το 1938, όπου αναφέρονται οι λόγοι απόρριψής της: «Οι γυναίκες δεν κάνουν καμία από τις δημιουργικές δουλειές αναφορικά με την προετοιμασία των κινούμενων σχεδίων για την οθόνη, καθώς αυτή η δουλειά εκτελείται αποκλειστικά από νεαρούς άντρες».
Ο Ντίσνεϊ μάλλον δεν ήθελε να επενδύσει χρόνο και χρήμα στην εκπαίδευση ενός νέου καρτουνίστα για να τον δει μετά να τον εγκαταλείπει για να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Έτσι, η γυναικεία εργασία δεν του έκανε.
Αν πάντως η γυναίκα ήταν εξαιρετικό ταλέντο στο σχέδιο, ο Γουόλτ ήταν πρόθυμος να κάνει μια εξαίρεση, όπως στην περίφημη Μέρι Μπλερ. Στο Τμήμα Μελανιών και Βαφών εξάλλου, εκεί που χρωματίζονταν τα καρτούν δηλαδή, δούλευαν εξάλλου πολλές γυναίκες κάνοντας την κοπιώδη λεπτοδουλειά του επιχρωματισμού των καρέ.
Μάλιστα, σκληρή κριτική στον Γουόλτ Ντίσνεϊ για αντισημιτισμό και σεξισμό άσκησε και η Μέριλ Στριπ σε εκδήλωση που έγινε το 2014 από την Εθνική Ένωση Κριτικών προς τιμήν της Έμα Τόμσον. Η Μέριλ Στριπ κατηγόρησε τον Γουόλτ Ντίσνεϊ για μισογυνισμό, αναφέροντας ότι υπήρξε και μέλος αντισημιτικού λόμπι.
Διάβασε στους προσκεκλημένους επιστολή του, στην οποία ο δημιουργός του Μίκι Μάους ανέφερε ότι «οι γυναίκες δεν κάνουν τη δημιουργική δουλειά που σχετίζεται με την προετοιμασία των καρτούν για τη μεγάλη οθόνη, καθώς αυτή είναι μια δουλειά που πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου από νεαρούς άνδρες». Μάλιστα, αναφέρθηκε σε δήλωση του συνεργάτη του Ντίσνεϊ, Γουόλτερ Κίμπαλ, σύμφωνα με την οποία το αφεντικό του «δεν εμπιστευόταν τις γυναίκες και τις γάτες. Φαίνεται ότι ο Ντίσνεϊ δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα τις γυναίκες».
Μια από τις «μαύρες» αλήθειες είναι ότι ο Ντίσνεϊ απεχθανόταν τους κομμουνιστές. Μάλιστα, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα έφτασε στο σημείο να καταδίδει ακόμα και τους έμπιστους υπαλλήλους του στις ομοσπονδιακές αρχές, αν υποπτευόταν σχέσεις με τη μαρξιστική ιδεολογία. Ειδικά μετά τη γενικευμένη απεργία του 1941 που λίγο έλειψε να τον φαλιρίσει, κανείς δεν ήταν στο απυρόβλητο.
Ο Ντίσνεϊ υπήρξε από τους πιο πρόθυμους συνεργάτες της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών του Μακάρθι. Επίσης, κατηγορήθηκε για μισογυνισμό και αντισημιτισμό, όπως και για την πρόσκληση στη Λένι Ρίφενσταλ, σκηνοθέτιδα και κινηματογραφίστρια του Χίτλερ, να επισκεφθεί το στούντιό του λίγο μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων.
Στις 24 Οκτωβρίου 1947 καταθέτει ενώπιον της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων, καταδεικνύοντας ως κομμουνιστές καλλιτέχνες του Χόλλυγουντ για λογαριασμό του Edgar Hoover. Μυστικός πράκτορας και πληροφοριοδότης του FBI ήδη από το Νοέμβριο του 1940, ο Ντίσνεϊ αποδείχτηκε ακραίος αντισημίτης κι αντικομμουνιστής.
Με τη συνδρομή του αρκετοί καλλιτέχνες μπήκαν στη «μαύρη λίστα» της Επιτροπής και παρακολούθησαν την καριέρα τους να καταστρέφεται. Και μάλιστα το 1950 καταδικάστηκαν δέκα σεναριογράφοι και σκηνοθέτες για προσβολή προς το Κογκρέσο, επειδή τρία χρόνια νωρίτερα είχαν αρνηθεί να εμφανιστούν ενώπιον της Επιτροπής, επικαλούμενοι το συνταγματικό δικαίωμα της ελεύθερης γνώμης.
Με πληροφορίες από sansimera, tvxs, μηχανή του χρόνου