Lidl: To γερμανικό κλειδί που έσωσε την Miele στο διαζύγιο με τον Κωτσόβολο
Αβρόχοις ποσί πέρασε την πλέον κρίσιμη χρονιά των τελευταίων ετών η Miele Ελλάς καθώς το 2022, χρονιά που έπαιρνε την κρίσιμη απόφαση να αποσυρθεί από τις σάλες της Κωτσόβολος, η πώληση της ιδιόκτητης ιστορικής έδρας της Λεωφόρου Μεσογείων στην Lidl οδήγησαν την γερμανική εταιρεία ηλεκτρικών συσκευών σε ρεκόρ κερδών δεκαετίας. Η Lidl απέκτησε το συγκεκριμένο ακίνητο με στόχο την δημιουργία σούπερ μάρκετ όμως έναν και πλέον χρόνο (Νοέμβριος 2022) μετά την ολοκλήρωση της μεταβίβασης, οι εργασίες δεν έχουν ξεκινήσει.
Σύμφωνα με τις τελευταίες οικονομικές καταστάσεις της Miele, οι οποίες δημοσιοποιήθηκαν πριν από λίγες ημέρες η εταιρεία έβαλε στο ταμείο της 5,6 εκατ. ευρώ από την πώληση του ακινήτου στην επίσης γερμανικών συμφερόντων Lidl Hellas. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η εισαγωγική ηλεκτρικών συσκευών να παραμένει κερδοφόρα το 2022 (4,73 εκατ.) εμφανίζοντας αύξηση κερδών 342,2% σε σχέση με το 2021.
Διαζύγιο που στοίχισε το 30% του τζίρου
Όπως προαναφέρθηκε η συμβολή από την πώληση στην Lidl ήρθε την κατάλληλη στιγμή καθώς η έξοδος από τον Κωτσόβολο, η οποία στις οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζεται ως «στρατηγική επιλογή διακοπής συνεργασίας», επηρέασε το 30% του κύκλου εργασιών της Miele Hellas στην χώρα μας. Παρά την διακοπή την συνεργασίας με τον κορυφαίο λιανέμπορο ηλεκτρικών συσκευών που κάλυπτε σχεδόν το 1/3 των πωλήσεων εμφάνισε την επίμαχη χρονιά αύξηση πωλήσεων 4,3% φθάνοντας τα 32,7 εκατ. ευρώ, επίσης καλύτερη επίδοση δεκαετίας.
Σύμφωνα με στελέχη της Miele η απόφαση για αποχώρηση από τις σάλες της Κωτσόβολος ελήφθη στα πλαίσια ενίσχυσης της στρατηγικής της εταιρείας για απευθείας επαφή με τον καταναλωτή και τη βελτίωση της εμπειρίας αγοράς.
Η Miele Hellas η οποία έχει μεταφέρει την έδρα της σε μισθωμένο πλέον ακίνητο στο Μαρούσι, κοντά στο «δαχτυλίδι», αναμένει το 2023 να είναι νέα χρονιά ρεκόρ καθώς ήδη στο εννεάμηνο παρουσίαζε ισχυρούς διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης. Όπως αναφέρει σε σχόλιο της η διοίκηση στην τελευταία οικονομική έκθεση, η μέχρι τώρα απόδοση στηρίζει δυναμικά την πεποίθηση και ενισχύει περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης και το 2024.
Τριπλασιασμός πωλήσεων έως το 2030
Μία πρώτη γεύση της ανοδικής πορείας που αναμένεται να ακολουθήσει η Μiele Hellas στην χώρα μας αλλά και στις άλλες χώρες ευθύνης που τις έχουν ανατεθεί από την μητρική είχε δοθεί πριν από περίπου ένα χρόνο, τον Φεβρουάριο του 2023, κατά την διάρκεια των εγκαινιών των νέων γραφείων. Εκεί οι Dr. Markus Miele και Dr. Reinhard Zinkann, απόγονοι των ιδρυτών και σημερινοί ηγέτες της Miele μαζί με τον Θάνο Κυριαζή, CEO της Miele Hellas ανέπτυξαν το όραμα για τριπλασιασμός των πωλήσεων έως το 2030. Συγκεκριμένα οι πωλήσεις από 33 εκατ. ευρώ που ήταν το 2022 αναμένεται να εκτοξευθούν στα 100 εκατ. ευρώ στην αρχή της επόμενης δεκαετίας.
Ο στόχος αυτός θεωρείται από τους ανθρώπους της Miele εφικτός για πολλούς και διάφορους λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με τα χαμηλά μερίδια αγοράς που έχει σήμερα η εταιρεία στην ελληνική αγορά και διαμορφώνονται στα επίπεδα του 3,5% την ίδια στιγμή που στην Κύπρο – επίσης αγορά η οποία είναι κάτω από την ομπρέλα της Miele Hellas – είναι στα επίπεδα του 20%, ένα από τα υψηλότερα της γερμανικής εταιρείας στον κόσμο.
Πρώτος στόχος είναι η αύξηση των μεριδίων στην ελληνική αγορά όπου το σήμα Miele είναι από τα λεγόμενα love brands, δηλαδή τα σήματα που ο καταναλωτής θα ήθελε να έχει στο σπίτι του. Στα πλαίσια αυτά η εταιρεία θα έρθει πιο κοντά στους καταναλωτές με νέα σημεία καθώς στοχεύει τα επόμενα χρόνια να ανοίξει περίπου 10 νέα καταστήματα με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται αρχικά στα νότια προάστια και το κέντρο της Αθήνας. Ήδη μέσα στο 2023 λειτούργησε το κατάστημα στην Βούλα και η εταιρεία βρίσκεται στην αναζήτηση και νέων χώρων.
Τέλος σημαντικό είναι και το στοίχημα των βαλκανικών αγορών όπου η Miele Hellas διαθέτει υποκαταστήματα σε Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία και Κόσοβο. Πρόκειται για αγορές που άνοιξαν πρόσφατα και έχουν αξιοπρόσεκτη δυναμική και μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης. Σήμερα καταλαμβάνουν το 10% του συνολικού τζίρου της εταιρείας (σ.σ. η Ελλάδα κατέχει το 70% και η Κύπρος το 20%) και τα επόμενα χρόνια αναμένεται να έχουν και αυτές ένα σημαντικό μερίδιο στην επίτευξη του στόχου των 100 εκατ. ευρώ.