Χρήστος Λέντζος: Πέθανε ο θρύλος του φραπέ, αλλά μας άφησε το μυστικό του
Ο εμπνευστής του «καλύτερου φραπέ» στην Ελλάδα, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 93 ετών.
Ο Χρήστος Λέντζος ξεκίνησε την επιχείρησή του ως ζαχαροπλαστείο το 1964, στο Παγκράτι στην οδό Ευτυχίδου.
Ο Λέντζος πειραματίστηκε με διαφορετικές δόσεις καφέ και κατέληξε στη φόρμουλα που θα έκανε το καφέ του θρύλο.
Όπως είχε πει και ο ίδιος,
«Το μαγαζί ξεκίνησε ως ζαχαροπλαστείο πολυτελείας το 1964. Φτιάχναμε πολύ ωραίες πάστες και τις σερβίραμε στον κόσμο μαζί με το καφεδάκι του. Μια ημέρα είχα μπει πίσω από τον μπουφέ επειδή έλειπε μια κοπέλα με άδεια. Εκεί που καθόμουν, πειραματιζόμουν και μου ήρθε η ιδέα να ανακατέψω στο μίξερ τον καφέ με διαφορετική δοσολογία. Αυτό ήταν! Ο πρώτος φραπέ α λα Λέντζος σερβιρίστηκε και από τότε έγινε ανάρπαστος».
Πολύ γρήγορα η καφετέρια/ζαχαροπλαστείο έγινε στέκι και σημείο ραντεβού όλης της Αθήνας. Μεταξύ άλλων ήταν και το αγαπημένο στέκι της μεγάλης ομάδας μπάσκετ του Παγκρατίου στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις αρχές του ’90, καθώς σέρβιρε τον καλύτερο φραπέ στην Ελλάδα.
Ο Λέντζος στην πορεία έγινε ακόμη πιο διάσημος και από τον εφευρέτη του εθνικού μας ροφήματος.
Θυμίζουμε ότι ο Δημήτρης Βακόνδιος τον λάνσαρε το 1957, αντικαθιστώντας τη σοκολάτα με τον καφέ, ο Λέντζος όμως τον πέρασε σε «άλλο επίπεδο» δημιουργώντας έναν μύθο.
Ποιο ήταν όμως το μυστικό του;
Ο διάσημος φραπέ του Λέντζου, ήταν ένας πολύ δυνατός καφές φραπέ με πλούσια γεύση, που έφερνε κάτι σε γλυκό τιραμισού. Ο αφρός του ήταν τόσο πυκνός που κοβόταν με το μαχαίρι.
Οι φήμες για την περίφημη συνταγή έδιναν και έπαιρναν. Πολλά είχαν ειπωθεί, ότι τον χτυπούσε με κρέμα γάλακτος, αβγό, μπέικιν πάουντερ ακόμα και μαρένγκα περιλάμβανε ο αστικός μύθος για την επιτυχημένη συνταγή.
Τα πράγματα συνήθως όμως, είναι πιο απλά. Το μυστικό βρισκόταν στην άφθονη χρήση καφέ και ζάχαρης και στη σχολαστική διαδικασία ανάμειξης. Κάθε καφές έβγαινε γλυκός από το μπλέντερ και για όσους προτιμούσαν μια πιο ήπια γεύση, ο Λέντζος πρόσθετε μια επιπλέον κουταλιά καφέ από πάνω, γνωστή ως «καπάκι», για να μειώσει τη γλυκύτητα και να τον κάνει ακόμη πιο «βαρύ».
Από το πρωινό άνοιγμά του στις 5 π.μ. μέχρι τις βραδινές ώρες 2-3 π.μ., ο Λέντζος σέρβιρε εκατοντάδες καφέδες καθημερινά σε μια διαφορετική πελατεία.
Το μαγαζί είχε γίνει και τραγούδι, σε στίχους του Μάνου Ρασούλη και μουσική του Χρήστου Νικολόπουλου, που το τραγούδησε ο Δημήτρης Κοντογιάννης.
«Καθόμουνα στου Λέντζου και έπινα καφέ. Και βλέπω έναν τύπο μαζί με σένανε. Και σκύβω το κεφάλι να μη με δεις εσύ. Θολώνει το μυαλό μου και σκίζεται η Γη. Τριγύρω κουβεντιάζανε για τα πολιτικά και πώς ο Μαύρος σούταρε δοκάρι την μπαλιά. Κι εγώ ο μαύρος τώρα δα βλέπω πως μια στιγμή, να σβήσει η ζωή μου ήτανε αρκετή. Τ’ Αγίου Βαλεντίνου, αχ πίκρα και καημέ, καθόμουνα στου Λέντζου και έπινα καφέ…»
Το εμβληματικό καφέ έκλεισε οριστικά τον Φεβρουάριο του 2013, καθώς η εποχή άρχισε να το ξεπερνά. Καφές στο χέρι, η άνοδος του εσπρέσο αλλά και τα συσσωρευμένα χρέη ήταν ορισμένοι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή την απόφαση.